Cineredha ce Vaìa

Ce emere pos es fonàzate, pos fonàzzatto, no,
e ciuriacè, e ciuriacè fse Kuarèsima.
Kuaresima!
Kuaresima?
Ta vaìa?
Ta Vaìa ìane e ciuriacì prima tu Paska.
Ce en ine Kuaresima ankora?
Si, si, ole..
Dopu spiccean ta karnivaja,
ikhe... E Kuarèsima pròbbio ... ikhe i Cinereddha ...
ce e Kuarèsima pròbbio espicce
attin ùrtimi ciuriacì atta karnivaja.
Enzigne i kuarèsima
attin deftera dopu i ciuriacì.
Ka depoi elèane ka ju zoppu
o kanea ka ìstine larga
sickomu ka toa elèane:
a karnivaja co li tuoi e ...
Paska u ci se troie.
Karnivaja mu dikussu ce ...
mu dikussu ce u paska
ma tion evrìskaso.
Allora evàlane puru in dettera ce i ttriti;
andè e quarèsima ncignà
atti ciuriacì ka spicceun ta karnivaja.
Ce rosti i ... o pornò tu paska e' panta Kuarèsima.
Ene etta addomae de?
Ettà addomae si.
Ettà addomae!
Ettà addomae ene probbio e Kuaresima kompleta.
Solo ... ce cise dio ghiurnae
ta fìkane, elene, a fìkane ju zoppu,
cini ka stàzane mon ùrtimo viàggio.
Na kane a karnivaja
ma dikòttu mus ddikussu, si.
Artena anzi e kangiao, elene:
U Kristù mu dikussu
ce Paska ma tion evrìskese.
Invece toa elèane:
A karnivaja mus ddikussu
ce Paska depoi ma tion evrìskaso.
Ius ìane e moda apò toa.
I Sarakostì ti ene i Sarakostì?
Sarakostì ìane e Kuarèsima!
E kuarèsima! ...
Emì àrtena eleme Kuaresima, ka sandè ...
elèamo ... mbike sarakostì!
Spiccèfsamo fse fai kalà
e sozi prefsi manku an agguò!
An estasìs adinato pròbbio
ce stè ce peseni forzi, forzi ...
puru o messere enna s'ole
dosto a morzo brodo.
Ma sandè e' t'òbbie tinò
'to prama ttu jan oli tin Sarakostì ...
Sarakostì ene e Kuarèsima,
oli e kuarèsima.
Depoi ti stazi?
Evò en efsero ...
Èstaze? U Paska!
U Paska?
Ce cìe ka lene e Cèneri?
E Cèneri ìane sti teddrati.
Ìane teddrati dopu i ttridi
atta karnivaja, atta karnivaja.
Urtimi ciuriacì fse karnivaja.
Puru cini es kànnune ...
Depoi i dettera ... Cinereddha ... i dettera
ce i tridi, sti teddrati depoi ene
e cenereddha, ka ene àrtena ci pu lene le ceneri,
ka s'òvaddhe o patera ...
Ìane o princìpio atti ... sarakostì.
O princìpio.
Tispu ìbbie stin agglisìa ttin emera,
fse tetradi, dopu a karnivaja,
o patera s'òvaddhe statti apà sti cciofali
ka s'ole "polvere tu sei e in polvere tornerai".
Ce cini ti statti elene, evò e' tin ime domena mai,
ka ecene dìo vaìa atto khrono prima,
ce nonnan ti statti, ce nonnan ti statti
ce depoi in usèane ... in emera ka kànnane
puru cini ... e pateri in vàddhane.
Depoi ... embènnamo embènnamon emì
ce mas ti vvàddhane mia pizzikata statti.
Ma puru àrtena ankora o kànnune citto prama.
Na, àrtena e' to kànnune!
Allora, Cèneri, Vaìa ce mali addomata?
Mali addomata ìane atta Vaìa ros tu Paska:
Mali dettera, mali triti, mali ttetrati,
mali petti, mali prassaì, mea samba,
Paska! Paska.
Diavènnonta o Paska ... arte i lleun "pasquetta",
toa en ekho stennù, arte pos tin lèane.
Pos tin lèane eh!
Katerìn, katarìn dettera?
Kasarìn dettera! kasarìn dettera.
Oli ti addomata dopu Paska ...
ìane kasarìn dettera, kasarìn triti, kasarìn teddrati,
ros tin addhi ciuriacì ...
Depoi espicce tikanè.
Kuasi kuasi ka depoi troan panta kalà depoi.
Olo cìo pu ...
ikha khàsonta ...
ka en ikha fanta sto ccerò ti ... Kuarèsima!
Sarakostì, o tròane ja ... tin addomata,
depoi troan panta kalà, più o meno, kanea aguò,
spirì tirì, ekànnane dìo mackarrunu
pleo fissa, insomma ...
An ìsele na fai krea, an ikhe ssordu ...
Etrattèato, depoi, a spirì kàddhio.
Sti Sarakostì su guènnane na pai karcerao
a prefse to krea.

"Τσινερέλλα" και βάγια

Και τις ημέρες πως τις λέγατε, πως λέγονταν
Οι Κυριακές, οι Κυριακές της Σαρακοστής.
Σαρακοστή !
Σαρακοστή ;
Των Βαΐων ;
Τα Βάγια ήταν η Κυριακή πριν το Πάσχα.
Δεν είναι Σαρακοστή ακόμη ;
Ναι, ναι, όλες ...
Μετά το τέλος του καρναβαλιού,
ήταν ... η κανονική Σαρακοστή ... ήταν η « Τσινερέλλα » ...
και η Σαρακοστή τέλειωνε ακριβώς
από την τελευταία Κυριακή του καρναβαλιού.
Άρχιζε η Σαρακοστή,
από τη Δευτέρα μετά την Κυριακή.
Έλεγαν επίσης ότι για τους κουτσούς
ή για κάποιον που βρισκόταν μακρυά,
γιατί τότε έλεγαν :
καρναβάλι με τους δικούς σου και ...
Πάσχα εκεί που βρίσκεσαι.
Καρναβάλι με τους δικούς σου και ...
με τους δικούς σου και το Πάσχα
με όποιον βρισκόσουν.
Τότε λοιπόν έβαλαν και την Δευτέρα και την Τρίτη·
αλλιώς η Σαρακοστή αρχίζει
από την Κυριακή που τελειώνει το καρναβάλι.
Και μέχρι τη ... το πρωί του Πάσχα είναι πάντα Σαρακοστή.
Είναι εφτά εβδομάδες, έτσι;
Εφτά εβδομάδες, ναι.
Εφτά εβδομάδες !
Εφτά εβδομάδες είναι ακριβώς η Σαρακοστή ολόκληρη.
Μόνο ... εκείνες οι δύο ημέρες
τις αφήσανε, λένε, τις αφήσανε για τους κουτσούς,
εκείνοι που έφταναν με το τελευταίο ταξίδι.
Για να κάνουν καρναβάλι
με τους δικούς τους με τους δικούς σου, ναι.
Σήμερα μάλιστα άλλαξε· λένε :
Χριστούγεννα με τους δικούς σου
και Πάσχα με όποιον βρίσκεσαι.
Ενώ τότε έλεγαν :
Καρναβάλι με τους δικούς σου
και Πάσχα με όποιον βρισκόσουν.
Έτσι ήταν η μόδα του τότε.
Η « Σαρακοστή » τι είναι η « Σαρακοστή » ;
Η « Σαρακοστή » ήταν η « Κουαρέζιμα »
Η « Κουαρέζιμα ! » ...
Σήμερα εμείς λέμε « Κουαρέζιμα » αλλιώς
λέγαμε μπήκε Σαρακοστή !
Είχαμε τελειώσει από το να φας καλά·
δεν μπορούσες να δοκιμάσεις ούτε ένα αυγό !
Αν ήσουν βαριά άρρωστος
και ήσουν ετοιμοθάνατος ίσως, ίσως ...
Και ο γιατρός έπρεπε να πει
δώστε του λίγο κρεατόζουμο.
Αν όχι, δεν το έπαιρνε κανείς,
το πράμα αυτό για όλη τη Σαρακοστή ...
Σαρακοστή είναι η « Κουαρέσιμα »
όλη η Σαρακοστή.
Ύστερα τι έρχεται ;
Εγώ δεν ξέρω ...
Έφτανε ; Το Πάσχα !
Το Πάσχα ;
Και εκείνη που λέγανε οι « Τσένερι » (στάχτες) ;
Οι « Τσένερι » έρχονταν την Τετάρτη.
Ήτανε η Τετάρτη μετά την Τρίτη
του καρναβαλιού, του καρναβαλιού
Τελευταία Κυριακή του καρναβαλιού.
Και εκείνοι τις κάνουνε ...
Κατόπιν η Δευτέρα ... « Τσινερέλλα » ... η Δευτέρα
και η Τρίτη, την Τετάρτη ύστερα είναι
η «Τσενερέλλα», που είναι σήμερα αυτό που λένε οι «Τσένερι»
που σου έβαζε ο παπάς ...
Ήταν η αρχή της ... Σαρακοστής.
Η αρχή.
Όποιος πήγαινε στην εκκλησία εκείνη τη μέρα,
της Τετάρτης, μετά το καρναβάλι,
ο παπάς σούβαζε στάχτη απάνω στο κεφάλι
και σούλεγε : « χώμα είσαι και θα επανέλθεις πάλι στη γη ».
Και εκείνη τη στάχτη λένε, εγώ δεν την είδα ποτέ,
που καίνε δύο βάγια από τον προηγούμενο χρόνο
και μαζεύανε τη στάχτη, και μαζεύανε τη στάχτη
και ύστερα την χρησιμοποιούσαν την ημέρα που κάνανε
επίσης εκείνοι μεταξύ τους οι παπάδες την βάζανε.
Στη συνέχεια ... μπαίναμε εμείς
και μας την έβαζαν μια τσιμπιά στάχτη.
Μα ακόμη και σήμερα το κάνουν αυτό το πράμα.
Μα, σήμερα δεν το κάνουν.
Λοιπόν, « Τσένερι », Βάγια και Μεγάλη Εβδομάδα ;
Μεγάλη Εβδομάδα ήταν από των Βαΐων μέχρι το Πάσχα:
Μεγάλη Δευτέρα, Μεγάλη Τρίτη, Μεγάλη Τετάρτη,
Μεγάλη Πέμπτη, Μεγάλη Παρασκευή, Μεγάλο Σάββατο,
Πάσχα ! Πάσχα.
Μετά το Πάσχα ... τώρα την λένε « Πασκουέττα »,
λοιπόν δεν θυμάμαι, τώρα πως την ονόμαζαν.
Πως την λέγανε !
Καθαρή, καθαρή Δευτέρα ;
Καθαρή Δευτέρα, καθαρή Δευτέρα.
Όλη η εβδομάδα μετά το Πάσχα ...
ήταν καθαρή Δευτέρα, καθαρή Τρίτη, καθαρή Τετάρτη ...
μέχρι την άλλη Κυριακή ...
Ύστερα τέλειωναν όλα.
Σχεδόν ύστερα έτρωγες πάντα καλά, στη συνέχεια.
Όλο αυτό που ...
είχα χάσει ...
που δεν έφαγα στην περίοδο της ... Σαρακοστής
Σαρακοστής, το τρώγανε για ... την εβδομάδα,
τρώγανε πάντα καλά, πάνω κάτω, κάνα αυγό,
λίγο τυρί, έκαμναν δύο μακαρόνια
πιο συχνά, τέλος πάντων ...
Αν ήθελες να φας κρέας αν είχες λεφτά ...
Κοιταζόσουν, ύστερα, λίγο καλλίτερα.
Κατά την Σαρακοστή σε έκαναν σαν φυλακισμένο
αν δοκίμαζες το κρέας.

Φωνές :
Ανώνυμοι και Τζιουζέππε

© www.glossagrika.it                                                  21 - 12 - 2024