Ti èkanne innamurata
ce ti èkanne o padhikari?
Cini èferne i kkuddhura
ma en ikhe tìpiti addho na ...
Ma o nnamurau en èkanne tìpoti.
Cìo es te ...
U Kristù iane diverso ...
U Kristù o namurao is èperne
per esèmpiu ta mila, ta ràngia ...
Ola tuttu fruttu.
Ta manderini, is èkanne min òria ...
mìa sporta, ka ìggue sporta
sporta.
Ka en ikhe buste.
Ta màlaffra, is èkanne mian òrria sporta
fs'utta pràmata ettù,
ka toa e' tta ikhan oli.
Àrtena èkhun oli u ghiardinu.
Ce manku èrkatto apu kasa di Kristo
Kanèa signore ka ikhe o ghiardino,
ikhe ta ràngia, ma sandè ìa ... amici.
Allora, kanèa fruttivèndulu,
ma puru inan arèi ci pu ta ikhan,
ka ta puli.
Allora, su kannan min òrria sporta fse cìa.
E innamurata u t'òkanne ...
O natali!
O natali, elèan toa!
Ekanne ta rekkuddhàcia,
èkanne e forme, èkanne tikanè
ce depoi èvaddhe
per esèmpiu dìo ... kuturùscia
, ìu, forme,
mìan kardìa ...
Èkanne puru ...
Panta atti stessa pasta
pu kànnane ta rekkuddhàcia, de!
T'astiaze braa braa mo meli,
èvatthe us anesinu pu panu ecì,
t'òstiaze braa braa, o nkarte
ce tu t'òmbie u nnamurau,
ce skambièatto citta pràmata.
Solo ... afs'ema ìdamo alìe afse cie,
ka depoi attakkèfsane na kane a nataja o Ficile.
Allora pìan ce vorazan oli ghenomeni
dìo tri khijà lire, sekondu posso kuste,
tèssare, pente, sakundu t'ùsele ... sekundo
Pero e namurata ...
...
Cìo p'òkanne e namurata,
quasi, quasi ka kuste de kiùi
si ekuste ...
Na pareggefsun ta pràmata,
motti èstaze isa kandilora ...
allora ... o namurao, depoi,
o e mana u namurau, più o meno,
e petterà, eleme ìu,
allora is èkanne o panniri,
o fanazan to panniri toa.
O panniri ise es kandilora.
Cìo pu isele su vòraze,
su vòraze dìo mandilàcia, dìo ...
Si, ma ... fse fai pleo.
Tovagliolu, dìo, mian vesta,
cìo pu is elle e ciofali ...
A makkaluri.
A makkaluri ciofali.
A scialluna, ce toa usèatto ta scialluni.
Si. Allora e petterà is èkanne mapale ... o panniri
is grambìs as kandilora.
Eskambietto tutta pràmata ttù ...,
ma u Paska, cio èkanne i ..."kroce matta",
ce cìni t'òkanne i kuddhura.
E "la kroce matta" i kkannane ...
... panta mi kkardìa.
Panta più o meno mi kkardìa.
Motti èstaze mapale o dekapente agostu,
A parte ... e namurata quasi quasi en ikhe kanèa doviri,
però cìo ìone a doviri kuasi kuasi o nnamurao.
A parte ka ikhe, in eperne es ti mmesi
ce is vvòraze o gelao,
cinì ce oli cìi ka pìan ma cini,
ka toa en èbbiane tin annamurata
kundu àrtena ce ìbbie manekhossu.
Però da parte depoi, s tis annamurata
èkanne ti nkartata.
Panta mi kardìa ka ikhe
... Motti spiccèane ... e festa ...
i nkartata ...
Vòraze ti kkupeta.
Ce pròbbio i kardìa tes zuccherata?? ...
evòraze dìo stozzu kupeta,
dìo sigarette cia fse ...
Eperne tti nnamurata, ...
ce ti kardìa.
Istinne tikanè ecessu.
...
's tin èddie, in èperne essu,
motti in ekkumpagne essu ...
Manku in ìsoze fai citto vrai ...
De, perkè ormai sozi pì ka ikhan ...
Ormai ìbbies essu ce espicce.
Ikhe na sparefsun e foji
ce depoi ègguen ijo ...
...
Es to avri vrai, ste dekasse,
ìbbie, depoi esu,
ka sakundu ìbbie panta,
allora depoi e stozzo jana,
e tròane nomeni ...
possus ikhe etromon oli.
Τι έκαμνε η κοπέλα
και τι έκαμνε το αγόρι ;
Εκείνη έφερνε την κουλούρα,
μα δεν υπήρχε τίποτα άλλο να ...
Μα το αγόρι δεν έκανε τίποτα.
Εκείνος στις ...
Τα Χριστούγεννα ήταν διαφορετικό ...
Τα Χριστούγεννα το αγόρι της πήγαινε, πχ
μήλα, πορτοκάλια
όλα αυτά τα φρούτα.
Μανταρίνια, της έκαμνε μιαν ωραία ...
μία « σπόρτα », που ναι λεγόταν « σπόρτα »
τσάντα για τα ψώνια.
Που δεν υπήρχαν πλαστικές τσάντες.
Τα μάραθα, της έκαμνε μιαν ωραία τσάντα
απ'αυτά εδώ τα πράματα
που τότε δεν τα είχαν όλοι.
Σήμερα έχουν όλοι κήπο.
Και δεν έρχονταν από το «σπίτι του Χριστού» (από μακρυά).
Κάποιος κύριος που είχε κήπο,
είχε πορτοκάλια, αλλιώς ήταν ... φίλοι.
Λοιπόν, ένας μανάβης,
αλλά ήταν σπάνιοι εκείνοι που τα είχαν,
που τα πούλαγε.
Λοιπόν, σου έκαμναν μιαν ωραία τσάντα από αυτά τα πράματα.
Η κοπέλα του τόκαμνε
το «νατάλι» !
Το «νατάλι», έλεγαν τότε !
Έκαμνε τα «γουρουνάκια»,
έκανε τις φόρμες, έκανε οτιδήποτε
και ύστερα έβαζε ...
πχ δύο ... κουλουράκια, έτσι, φόρμες,
μια καρδιά ...
έκαμνε επίσης ...
Πάντα από το ίδιο ζυμάρι
που έκανε τα «γουρουνάκια».
Τα τακτοποιούσε καλά, καλά με το μέλι
έβαζε τα ψιλά κουφετάκια από πάνω εκεί,
το τακτοποιούσε καλά καλά, το τύλιγε στο χαρτί
και τα έστελνε του αγοριού,
και αντάλλαζαν εκείνα τα πράματα.
Μόνο ... που εμείς είδαμε λίγα από αυτά,
και ύστερα άρχισε να κάνει «νατάλια» ο Φιτσίλε.
Τότε όλοι πήγαιναν και αγόραζαν έτοιμα.
Δύο, τρεις χιλιάδες λιρέτες, εξαρτάται πόσο κόστιζε,
τέσσερις, πέντε, εξαρτάται πώς το ήθελες, πως γίνεται ...
Όμως η κοπέλα ...
...
Αυτό που έκαμνε η κοπέλα,
σχεδόν, σχεδόν που κόστιζε περισσότερο
ναι κόστιζε...
Για να εξισωθούν τα πράματα,
όταν έφτανε της Υπαπαντής ...
τότε το αγόρι, και ύστερα
ή η μάνα του αγοριού, πάνω κάτω,
η πεθερά, ας πούμε έτσι,
της έκαμνε το «πανηγύρι» (δώρο) τότε,
το έλεγαν «πανηγύρι» τότε.
Το «πανηγύρι» γινόταν της Υπαπαντής.
Εκείνο που ήθελες σου αγόραζε,
σου αγόραζε δύο ποδιές, δύο ...
Ναι, αλλά τίποτα το φαγώσιμο επί πλέον.
Πετσέτες, δύο, ένα σακκάκι,
αυτό που της έλεγε το κεφάλι ...
Ένα μαντήλι.
Ένα μαντήλι για το κεφάλι.
Ένα σάλι, που τότε συνηθιζόταν το σάλι.
Ναι. Τότε η πεθερά της έκαμνε πάλι ... το δώρο
της νύφης της Υπαπαντής.
Αντάλλαζαν αυτά εδώ τα πράματα
Αλλά το Πάσχα εκείνος έκαμνε τον «τρελό σταυρό»,
και εκείνη του έκαμνε την κουλούρα.
Τον «τρελό σταυρό» τον έκανε
πάντα με την καρδιά.
Πάντα λίγο-πολύ με την καρδιά.
Όταν έφτανε πάλι ο δεκαπενταύγουστος,
εκτός ..., η κοπέλα σχεδόν δεν είχε καμιά υποχρέωση
όμως εκείνο ήταν σχεδόν υποχρέωση του αγοριού.
Εκτός απο το ότι όφειλε να την πάρει βόλτα
και της αγόραζε το παγωτό,
εκείνης και σε όλους εκείνους που πήγαιναν μ'εκείνη,
που τότε δεν έπιανες την κοπέλα
όπως τώρα και πήγαινες μόνος σου.
Όμως, χωριστά ύστερα, της κοπέλας
της έκαμνε την «τυλιγμένη».
Πάντα με την καρδιά που είχε ...
... Όταν τέλειωναν ... τη γιορτή ...
η «τυλιγμένη» ...
αγόραζε το μαντολάτο.
Και την καρδιά τη ζαχαρωμένη ...
αγόραζε δύο κομμάτια μαντολάτο,
δύο τσιγάρα εκείνα από σοκολάτα ...
Έπαιρνες την κοπέλα, βόλτα,
και την καρδιά.
Έστεκε όλο εδώ μέσα
...
της την έδινε και την έπαιρνε σπίτι,
όταν την συνόδευε στο σπίτι ...
Δεν μπορούσε ούτε να την φάει εκείνο το βράδυ ...
όχι ! Γιατί τώρα πλέον μπορούσες να πεις ότι ήταν
Τώρα πλέον πήγαινες σπίτι και τέλειωνε.
Έμενε να ρίξουν τα πυροτεχνήματα
και ύστερα έβγαινε ο ήλιος.
...
Το επόμενο βράδυ, στις δεκάξι,
πήγαινες ύστερα εσύ,
όπως συνήθιζες να πηγαίνεις πάντα,
τότε λοιπόν ένα κομματάκι ο καθένας,
τρώγανε μαζί ...
Όσοι είμασταν τρώγαμε όλοι.