Fòrtoma

En efsero t'èkame, ma esvìsti.
Esvisti?
Esvisti manekhò-ttu.
Arte però ste ce pai matapale.
Ros ekhi fòrtoma ecessu.
Fòrtoma?
Fòrtose.
Ros ekhi fòrtoma ecessu!
En nòisa mai tìpiti!
En efsereo t'ìpa.
Evò ìtela na pò
ros ekhi [kàrika]
ce ìpa fòrtoma
ros ekhi fòrtoma ecessu.
Ah, fòrtoma!
Eh, fòrtoma!
Forzi ìbbie puru kalà.
Ibbie puru kalà!
ce poi ka esù depoi efseri pleo poddhà pràmata.
Degghe, evò embelìome.

Φόρτιση

Δεν ξέρω τι έκαμε, αλλά έσβυσε.
Εσβυσε;
Εσβυσε μόνο του.
Τώρα όμως δουλεύει πάλι.
Οσο έχει φόρτιση εκεί μέσα.
Φόρτωμα;
Φόρτισε.
Οσο έχει φόρτιση εκεί μέσα.
Δεν κατάλαβα ποτέ τίποτα!
Δεν ξέρω τί είπα.
Εγώ ήθελα να πω
όσο έχει
και είπα "φόρτωμα":
όσο έχει φόρτιση εκεί μέσα.
Α, "φόρτωμα"!
Ναι, "φόρτωμα"!
Ισως θα πήγαινε επίσης καλά.
Θα πήγαινε επίσης καλά!
Και ύστερα που εσύ ύστερα ξέρεις περισσότερα πράματα.
Οχι, εγώ ρίχνομαι.

Φωνές :
Πασκουάλε και Τζιουζέππε

© www.glossagrika.it                                                  21 - 12 - 2024